Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

παράνοια


Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι








Η υπόθεση σηκώνει τσιγάρο και, είμαι δώδεκα χρόνια καθαρός από νικοτίνη αλλά, θα το ανάψω. Παράνοια

Δεν υπάρχει περίπτωση, ούτε μια στο εκατομμύριο, να μην το κάψω. Να μην το ρουφήξω τζούρα-τζούρα μέχρι να μυρίσουν, τσίκνα, τα δάχτυλα μου. Παράνοια

Ελπίζω να μην φρικάρει το αναπνευστικό μου σύστημα και πνιγώ. Να μην με πιάσει λόξιγκας και πεταχτούνε τα μάτια μου έξω. Παράνοια

Θεέ μου, φώτισε με. Στείλε ένα σημάδι εσύ που είσαι φιλεύσπλαχνος, διότι είμαι στα πρόθυρα να σαλτάρω. Εσύ που τα πάντα γνωρίζεις, στείλε μου ένα μήνυμα στο κινητό μου να μου λες: "μην το κάνεις". Μα τον Δία, σ' εσένα έχω εναποθέσει τις ελπίδες μου. Μην με θωρείς ακίνητος, κάνε κάτι. Τι σου ζητώ! Στείλε φωτιά να με κάψει στο κάτω-κάτω, γιατί θα το ανάψω. Έναν κεραυνό να μου ξεράνει το χέρι. Να μου ανοίξει το κεφάλι στα δυο και να χυθούν τα μυαλά μου πάνω στο σακουλάκι με τον καπνό, στα χαρτάκια για το στριφτό. 

Σε άκουσα να λες: "ή εμείς, οι αυτοί" και, "ή τώρα, ή ποτέ", κι ότι "μαζί θα προχωρήσουμε". Όχι εσένα θεέ μου, εσύ κατοικοεδρεύεις στον κήπο που έπλασες για να περνάς την ώρα σου παρέα με τα καναρίνια που σου τραγουδάνε. Δεν ασχολείσαι με τα ταπεινά και τα κοινά τα άφησες σ' εμάς. Εσύ θεέ μου, ούτε με το τώρα είσαι, ούτε με το ποτέ. Είσαι άναρχος και είσαι καλά. Βήμα δεν κάνεις από κει. Έχουν πάθει αγκύλωση οι αισθήσεις σου. Έτσι αραχτός όπως είσαι στο θρόνο σου, ατάραχος ατενίζεις τις μαλαγανιές των φαρισαίων. Δεν καταλαβαίνεις θεό.



Σε είδα να λες: "θα βαράς νταούλι να χορεύουν οι θεσμοί πεντο-ζαλισμένοι" και να κουτουλάν μεταξύ τους. Ό,τι "θα καταργήσεις τα μνημόνια με ένα νόμο", όπως λέμε, μια κι έξω. Αμ το άλλο; "Ούτε βήμα πίσω(;)" (αυτό το βήμα πίσω έγινε εφιάλτης που τελειωμό δεν έχει). Α, ναι! Και να καταθέτεις ένα κόκκινο τριαντάφυλλο σ' ένα μνημείο (που αμφιβάλω, σήμερα, αν γνωρίζεις για ποιους και γιατί στήθηκε). Και είπα. Ήγγικεν η ώρα που θα κάνουμε την ιστορία ν' ανοίξει χώρο και για μας. Που θα την κάνουμε να ραγίσει και να χύσει ένα δάκρυ. Να ζητήσει ταπεινά συγνώμη για την κλειστή πόρτα. Όσοι βαδίσαμε αυτόν τον δρόμο. Είναι τιμή μου και δεν ντρέπομαι.

Που στήριξα το χέρι εκείνου που θα έκανε τους τοκογλύφους να γλύφουν τα πόδια τους μετά την τρεχάλα. Δεν μετανιώνω. Οργίζομαι. Που αυτό το χέρι, που στήριξα, έκοψε το ΟΧΙ σε πολλά-πολλά μικρά ΝΑΙ. Που κάθε μέρα και ένα ΝΑΙ εμφανίζεται μπροστά μου για να μου θυμίσει τα χέρια που γίνονται μαχαίρια και μπήγονται στο στήθος να ξεριζώσουν την καρδιά. Λυπάμαι.

Λυπάμαι για τα χέρια μαχαίρια που δεν άγγιξαν την καρδιά μου. Είναι ακόμη εκεί και χτυπάει δυνατά. Ακόμη και αυτοί που ήταν απέναντί μας θα έλεγαν: ΝΑΙ! Είχατε δίκιο. Έτσι απλά.

Όπως απλά, χωρίς φόβο και με απύθμενο πάθος, μένα στόμα και μια φωνή, βροντοφώναξαν, οι δυο στους τρεις, ΟΧΙ! 

ΟΧΙ! Που να πάει στο διάολο! Το ΟΧΙ είναι ΟΧΙ! Και το λένε αυτοί που τολμούν.

Αυτοί που έχουν ζήσει το ΝΑΙ. Αυτοί που έχουν πληρώσει με το αίμα τους τα ΝΑΙ.

Και είναι πολλοί. Είναι πάρα πολλοί. Είναι τόσοι, όσοι χρειάζονται για να θάψουν, μια και καλή, τα ΝΑΙ. Να υψώσουν το ΟΧΙ στο στερέωμα. Στον ουράνιο θόλο για να φωτίζει τα δύσβατα μονοπάτια που θα ακολουθήσουν κι άλλοι, κι άλλοι.... Μέχρι ν' ακουστεί ένα ΝΑΙ. Ένα μεγάλο ΝΑΙ. Που δεν θα χρειάζεται πλέον να λένε ΟΧΙ.

Αλλά. Τι ειρωνεία θεέ μου. Το χέρι μαχαίρι που κατακρεούργησε τους δυο για χάρη του ενός, συνεχίζει, λέει, με το κεφάλι ψηλά. Παράνοια.

Το μνημόσυνο είθισται να τελείται υπέρ αναπαύσεως του εκλιπόντος. Παράνοια.

Το όνειρο έγινε κομμάτια και θρύψαλα. Παράνοια.


1 σχόλιο: